Ιταλοί επιστήμονες ανακοίνωσαν ότι ανακάλυψαν την πρώτη αποτελεσματική θεραπεία για τις συχνές λιποθυμίες, χάρη στην τοποθέτηση βηματοδότη στην καρδιά. Η λιποθυμία οφείλεται στην απότομη πτώση της αρτηριακής πίεσης ή/και των παλμών της καρδιάς. Σε μερικούς ανθρώπους πυροδοτείται από κάτι (π.χ. συναισθηματικό στρες, παραμονή σε ζεστό και ασφυκτικό χώρο κ.α.) μετά από προειδοποιητικά σημάδια όπως η αδυναμία, η ναυτία και η ζαλάδα. Αλλά σε πολλούς άλλους ανθρώπους, ιδίως μεγαλύτερης ηλικίας, συμβαίνει χωρίς κάποιο σαφές αίτιο και απροειδοποίητα.
Περίπου ένας στους δύο ανθρώπους στη διάρκεια της ζωής του θα βιώσει τουλάχιστον ένα λιποθυμικό επεισόδιο. Όσοι έχουν συχνές λιποθυμίες και μάλιστα απροειδοποίητες, συχνά φοβούνται να έχουν κοινωνικές επαφές, ακόμη και να πάνε στη δουλειά τους. Μέχρι στιγμής δεν υπάρχει θεραπεία και οι ασθενείς απλώς προσέχουν να μην αφυδατώνονται, αποφεύγουν τους πολύ ζεστούς χώρους με συνωστισμό, προσπαθούν να χαλαρώνουν τους μυς τους και να ξαπλώνουν, εφόσον έχουν κάποιες προειδοποιητικές ενδείξεις, κάτι που όμως δεν συμβαίνει πάντα.
«Ο απρόβλεπτος χαρακτήρας των λιποθυμιών αυξάνει τον κίνδυνο πτώσης, ακόμη και σοβαρού τραυματισμού, που θα οδηγήσει κάποιον στο τμήμα επειγόντων ενός νοσοκομείου. Αν κάτι τέτοιο συμβαίνει κατ' επανάληψη, έχει σοβαρή επίπτωση στην ποιότητα της ζωής του, στον ίδιο βαθμό με μια χρόνια πάθηση», ανέφερε ο επικεφαλής ερευνητής Μικέλε Μπρινιόλε του Ινστιτούτου Auxologico του Μιλάνου.
Η νέα μελέτη με την ονομασία BIOSync CLS, η οποία παρουσιάσθηκε στο πλαίσιο συνεδρίου της Ευρωπαϊκής Εταιρείας Καρδιολογίας στη Γαλλία, αφορούσε 128 ασθενείς άνω των 40 ετών, οι οποίοι είχαν λιποθυμήσει απροειδοποίητα τουλάχιστον δύο φορές κατά το προηγούμενο έτος, κάτι που οι γιατροί απέδωσαν σε πρόβλημα της καρδιάς. Οι συμμετέχοντες έλαβαν ένα βηματοδότη και χωρίστηκαν σε δύο ομάδες, από τις οποίες η μία ενεργοποίησε τη συσκευή και η άλλη όχι (η ομάδα ελέγχου).
Στη διάρκεια του επόμενου έτους, μόνο το 16% όσων είχαν ενεργό βηματοδότη λιποθύμησαν, έναντι 53% όσων είχαν απενεργοποιημένο, κάτι που ισοδυναμούσε με σημαντική μείωση κατά 77% του κινδύνου λιποθυμίας. Οι ερευνητές υπολόγισαν ότι μέσα σε μια διετία τουλάχιστον τα δύο τρίτα (68%) της ομάδας ελέγχου με ανενεργό βηματοδότη θα είχαν ένα λιποθυμικό επεισόδιο, έναντι μόνο 22% της ομάδας με ενεργό βηματοδότη.
Περίπου το 2,2% των ασθενών εκτιμάται ότι χρειάζονται βηματοδότη για να αποφεύγουν τις λιποθυμίες. Η τοποθέτηση της συσκευής στην καρδιά είχε μικρές παρενέργειες μόνο στο 4% των ασθενών.