Με διψήφιο ρυθμό υποχωρούν κατά το τρέχον έτος τα παραγωγικά μεγέθη της ελληνικής χημικής βιομηχανίας, ενώ το 2011, έτος μείωσης της παραγωγής του κλάδου κατά 4,3%, oι μεγαλύτερες εταιρείες του κλάδου κατέγραψαν ως σύνολο ζημιές μεγάλου ύψους. Η επιδείνωση της οικονομικής αποτελεσματικότητας του κλάδου προκύπτει από τα εταιρικά αποτελέσματα 68 επιχειρήσεων μεσαίου και μεγάλου μεγέθους που παράγουν χημικά προϊόντα, εξαιρουμένων των απορρυπαντικών και των καλλυντικών. Ωστόσο, στην πλειονότητά τους οι εταιρείες αυτές ήταν κερδοφόρες.
Πρόκειται για 68 επιχειρήσεις με πωλήσεις άνω των τριών εκατομμυρίων ευρώ κάθε μία και συνολικές πωλήσεις 1,36 δισ. ευρώ, οι οποίες γνωστοποίησαν τα οικονομικά τους αποτελέσματα του προηγούμενου έτους έως τις 30 Ιουλίου 2012. Η υψηλή ζημιά που κατέγραψε η μεγαλύτερη βιομηχανία του κλάδου, επιβαρύνοντας τα αποτελέσματά της με έκτακτες δαπάνες της τάξεως των 50 εκατ. ευρώ, χρωμάτισε αναλόγως τα συνολικά αποτελέσματα του κλάδου.
Οι επιχειρήσεις αυτές, ως σύνολο, κατέγραψαν συνολικές καθαρές ζημιές (ζημιές των ζημιογόνων μείον κέρδη των κερδοφόρων) 66,7 εκατ. ευρώ το 2011, έναντι καθαρών κερδών 25,8 εκατ. ευρώ το 2010. Ωστόσο, από τις 68 εξεταζόμενες επιχειρήσεις με τις μεγαλύτερες πωλήσεις οι κερδοφόρες ήταν 35 (51,5% του συνόλου) και οι ζημιογόνες 33 (48,5%).
Σε συνθήκες μέσης ανόδου των τιμών των προϊόντων του κλάδου κατά 3,9% οι 68 επιχειρήσεις κατέγραψαν συνολικές πωλήσεις ύψους 1,36 δισ. ευρώ, όπως προαναφέρθηκε, οι οποίες είναι αυξημένες έναντι του 2010 κατά 5%. Αυτές που παρουσιάζουν επιδείνωση των καθαρών αποτελεσμάτων (49) αντιστοιχούν στο 72,1% του συνόλου.
Τα καθαρά κέρδη των κερδοφόρων ήταν 24,8 εκατ. ευρώ, ενώ οι καθαρές ζημιές των ζημιογόνων ανήλθαν σε 91,5 εκατ. ευρώ.
Αναλυτικότερα, από το σύνολο των 68 επιχειρήσεων:
- Τριάντα μία επιχειρήσεις (45,6% του συνόλου) οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2010, παρέμειναν και κατά το 2011 κερδοφόρες, πραγματοποιώντας καθαρά κέρδη ύψους 23,9 εκατ. ευρώ έναντι 29,6 εκατ. ευρώ το 2010, μειωμένα κατά 5,7 εκατ. ευρώ.
- Δεκαπέντε επιχειρήσεις (22%) οι οποίες ήταν κερδοφόρες το 2010 με κέρδη 9,1 εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2011 ζημιές ύψους 7,7 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι απώλειες ύψους 16,8 εκατ. ευρώ.
- Δεκαοκτώ επιχειρήσεις (26,5%) οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2010, παρέμειναν και κατά το 2011 ζημιογόνες, πραγματοποιώντας ζημιές 83,7 εκατ. ευρώ έναντι 11,8 εκατ. ευρώ το 2010, αυξημένες έτσι κατά 71,9 εκατ. ευρώ.
- Τέσσερις επιχειρήσεις (5,9%) οι οποίες ήταν ζημιογόνες το 2010 με ζημιές ένα εκατ. ευρώ, εμφάνισαν κατά το 2011 κέρδη της τάξης του 0,9 εκατ. ευρώ, έχοντας έτσι ωφέλεια ύψους 1,9 εκατ. ευρώ.
Οι 35 κερδοφόρες πραγματοποίησαν συνολικές πωλήσεις 478 εκατ. ευρώ, οι οποίες αντιστοιχούν στο 35,1% των συνολικών των 68 εξεταζόμενων επιχειρήσεων του κλάδου, ενώ αυτές των 33 ζημιογόνων ήταν ύψους 882 εκατ. ευρώ (64,9%).
Σε απόλυτο μέγεθος η αύξηση των πωλήσεων των 68 επιχειρήσεων ανέρχεται σε 65,5 εκατ. ευρώ. Oι επιχειρήσεις που κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων σε πραγματικές, αποπληθωρισμένες τιμές ήταν 30 (44,1%), ενώ επτά (10,3%) τις αύξησαν σε ποσοστό κατώτερο του πληθωρισμού και οι υπόλοιπες 31 (45,6%) είδαν τις πωλήσεις τους να μειώνονται σε τρέχουσες τιμές.
Τις μεγαλύτερες πωλήσεις, σύμφωνα πάντα με τα εταιρικά τους αποτελέσματα, πραγματοποίησαν οι επιχειρήσεις ELFE ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΙΠΑΣΜΑΤΑ & ΧΗΜΙΚΑ (202,2 εκατ. ευρώ), ΑRTENIUS HELLAS (82,6 εκατ. ευρώ), ΒΙΒΕΧΡΩΜ (54,8 εκατ. ευρώ), LINDE HELLAS (42,5 εκατ. ευρώ), H. B. BODY (41,6 εκατ. ευρώ), SYNGENTA HELLAS (40,8 εκατ. ευρώ), BASF HELLAS (40,4 εκατ. ευρώ), AIR LIQUIDE HELLAS (38,8 εκατ. ευρώ), TOSOH HELLAS (35,2 εκατ. ευρώ) και GF ENERGY (35 εκατ. ευρώ).
Η άνοδος του κόστους παραγωγής με ρυθμό ταχύτερο αυτού των πωλήσεων οδήγησε σε συμπίεση του μεικτού περιθωρίου από το 25,6% στο 22% και σε μείωση των μεικτών κερδών κατά 33,1 εκατ. ευρώ (-10%), στο επίπεδο των 299,4 εκατ. ευρώ. Οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν οριακή έστω αύξηση των μεικτών κερδών ήταν 24 (35,3% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το μεικτό περιθώριο ήταν 19 (27,9% του συνόλου).
Η προαναφερθείσα πτώση του μεικτού περιθωρίου κατά 3,6 εκατοστιαίες μονάδες συνοδεύτηκε από συμπίεση των δαπανών εμπορικής και διοικητικής λειτουργίας, γεγονός που οδήγησε τα κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) στο επίπεδο των 157,5 εκατ. ευρώ, από 167,6 εκατ. ευρώ το 2010 (-6%). Έτσι, το περιθώριο EBITDA διαμορφώθηκε από το 12,9% το 2010 στο 11,6% το 2011. Τα κέρδη προ φόρων και τόκων (EBIT), επιβαρημένα με υψηλές επιπρόσθετες αποσβέσεις, περιορίστηκαν στο επίπεδο των 31,3 εκατ. ευρώ, από 96,8 εκατ. ευρώ έναν χρόνο πριν (-68%), με κατολίσθηση του περιθωρίου EBIT στο 2,3%, από 7,5% το 2010.
Οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν οριακή έστω αύξηση των EBITDA ήταν 28 (41,2% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το περιθώριο EBITDA ήταν 21 (30,9% του συνόλου). Επίσης, οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν οριακή έστω αύξηση των EBIT ήταν 28 (41,2% του συνόλου), ενώ αυτές που βελτίωσαν το περιθώριο EBIT ήταν 22 (32,3% του συνόλου).
Το συνολικό αποτέλεσμα προ φόρων των 68 επιχειρήσεων ήταν ζημιές 38,1 εκατ. ευρώ το 2011 (-2,2% των εσόδων) έναντι κερδών 56,6 εκατ. ευρώ το 2010 (4,4% των εσόδων). Μετά τον συνυπολογισμό των φόρων της χρήσης (28,6 εκατ. ευρώ έναντι 30,8 εκατ. ευρώ το 2010) προέκυψαν καθαρές ζημιές 66,7 εκατ. ευρώ το 2011 (-2,8% των εσόδων) έναντι καθαρών κερδών 25,8 εκατ. ευρώ το 2010 (2% των εσόδων).
Βελτίωση των προ φόρων αποτελεσμάτων, έστω οριακά, παρουσιάζουν μόνο οι 18 από τις 68 εταιρείες (26,5% του συνόλου).
Βελτίωση των καθαρών αποτελεσμάτων, έστω οριακά, παρουσιάζουν οι 19 από τις 68 εταιρείες (27,9% του συνόλου).
Τα υψηλότερα καθαρά κέρδη σε εταιρική βάση εμφανίζουν οι επιχειρήσεις ΒΙΒΕΧΡΩΜ (4,94 εκατ. ευρώ), H. B. BODY (4,90 εκατ. ευρώ), ISOMAT (3,48 εκατ. ευρώ), ALCHIMICA (2,41 εκατ. ευρώ) και ΦΑΝΗΣ MEGARA RESINS (1,83 εκατ. ευρώ).
Τις υψηλότερες καθαρές ζημιές σε εταιρική βάση εμφανίζουν οι επιχειρήσεις ELFE ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΙΠΑΣΜΑΤΑ & ΧΗΜΙΚΑ (70,71 εκατ. ευρώ), LINDE HELLAS (2,97 εκατ. ευρώ), ΑRTENIUS HELLAS (2,86 εκατ. ευρώ), AIR LIQUIDE HELLAS (2,56 εκατ. ευρώ) και ΝΤΡΟΥΚΦΑΡΜΠΕΝ ΕΛΛΑΣ (1,74 εκατ. ευρώ).
Η αποδοτικότητα του ενεργητικού σε κέρδη προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) μειώθηκε στο 8,2% το 2011, από 8,4% έναν χρόνο πριν.
Βελτίωση της αποδοτικότητας, σε σχέση με τα ίδια κεφάλαιά τους, παρουσιάζουν 19 επιχειρήσεις (27,9%), σε αντίθεση με τις υπόλοιπες 49 (72,1%), οι οποίες δεν μπόρεσαν να τη βελτιώσουν.
Η μέση απόδοση των ιδίων κεφαλαίων των 68 εταιρειών σε καθαρά κέρδη ήταν -8,5% το 2011 έναντι 3,1% το 2010. Τα ίδια κεφάλαια των 68 αυτών επιχειρήσεων μειώθηκαν κατά 9% (-73,3 εκατ. ευρώ), ενώ οι υποχρεώσεις αυξήθηκαν κατά 0,9% (+8,6 εκατ. ευρώ ), σε συνθήκες μείωσης του συνόλου των απασχολουμένων κεφαλαίων κατά 4% (-35,3 εκατ. ευρώ).
Οι επιχειρήσεις με το μεγαλύτερο σύνολο ενεργητικού είναι η ELFE ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΙΠΑΣΜΑΤΑ & ΧΗΜΙΚΑ (520,8 εκατ. ευρώ), η ΑΦΟΙ ΓΙΑΝΝΙΔΗ (75,6 εκατ. ευρώ), η ΝΤΡΟΥΚΦΑΡΜΠΕΝ ΕΛΛΑΣ (70,5 εκατ. ευρώ), η H. B. BODY (57,4 εκατ. ευρώ) και η LINDE HELLAS (56,4 εκατ. ευρώ).
Αύξηση ιδίων κεφαλαίων εμφανίζουν οι 29 από τις 68 επιχειρήσεις (42,6%). Η αναλογία των ξένων κεφαλαίων προς τα συνολικά κεφάλαια αυξήθηκε από το 58,4% στο 60,8%, με αντίστοιχη πτώση των ιδίων από το 41,6% στο 39,2%. Ωστόσο, οι περισσότερες εταιρείες (42, δηλαδή το 61,8% του συνόλου) βελτίωσαν, έστω οριακά, τη χρηματοοικονομική τους διάρθρωση.
Tα μεγαλύτερα ίδια κεφάλαια έχουν οι εταιρείες ELFE ΕΛΛΗΝΙΚΑ ΛΙΠΑΣΜΑΤΑ & ΧΗΜΙΚΑ (188,1 εκατ. ευρώ), H. B. BODY (50,4 εκατ. ευρώ), ΑΦΟΙ ΓΙΑΝΝΙΔΗ (34,7 εκατ. ευρώ), AIR LIQUIDE HELLAS (30,9 εκατ. ευρώ) και ISOMAT (28,74 εκατ. ευρώ).
Οι εξελίξεις αυτές, σε συνδυασμό με την κατά 14,7%, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, μείωση του όγκου παραγωγής χημικών προϊόντων στη χώρα μας την περίοδο Ιανουαρίου-Μαΐου 2012, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2011, πιστοποιούν ότι ο κλάδος πλήττεται καίρια από τη συνεχιζόμενη πτώση της εγχώριας ζήτησης, καθώς αδυνατεί να αναπληρώσει τις απώλειες αυτές με αντίστοιχη εξαγωγική δραστηριότητα.
Σύμφωνα με την Τράπεζα της Ελλάδος, το 2011 η εισαγωγική διείσδυση στην ελληνική αγορά των χημικών προϊόντων αυξήθηκε σε 69,1% (από 68,4% το 2010), ενώ η εξαγωγική επίδοση της ελληνικής χημικής βιομηχανίας, δηλαδή το μερίδιο της παραγωγής της που διατίθεται σε αγορές του εξωτερικού, παρουσίασε άνοδο και ανήλθε σε 36,7% (από 32% το 2010).
Πηγή: ΑΜΠΕ