Ζημιές παρουσιάζουν ως σύνολο, για δεύτερη φορά μετά το 1991, οι 500 μεγαλύτερες - βάσει των εταιρικών πωλήσεων - βιομηχανίες της χώρας, με βάση την προδημοσίευση στοιχείων της έντυπης και ηλεκτρονικής έκδοσης «Η Ελληνική Βιομηχανία, 2011-2012», όπου και επισημαίνεται ότι οι επιχειρήσεις αυτές τον χρόνο που πέρασε κατέγραψαν έσοδα ύψους 41,7 δισ. ευρώ.
Συγκεκριμένα, με βάση πάντα τα ίδια στοιχεία, οι 500 πρώτες σε πωλήσεις ελληνικές βιομηχανικές επιχειρήσεις το έτος 2011, μεταξύ όλων όσων δημοσίευσαν εταιρικό ισολογισμό έως τις 18 Ιουνίου 2012, ως σύνολο εμφανίζουν καθαρές ζημιές ύψους 344 εκατ. ευρώ, καθώς οι ζημιές των (258) εταιρειών που έκλεισαν τη χρήση με αρνητικά καθαρά οικονομικά αποτελέσματα ξεπέρασαν το 1,3 δισ. ευρώ και υπερίσχυσαν των καθαρών κερδών των (242) κερδοφόρων επιχειρήσεων.
Ζημιογόνος, σε πολύ μεγαλύτερο βαθμό, ήταν το 2011 ολόκληρος ο βιομηχανικός τομέας, αφού και στον χώρο των επιχειρήσεων μικρότερου μεγέθους το συνολικό αποτέλεσμα ήταν αρνητικό, ιδίως αν συνεκτιμηθούν και οι ζημιές γνωστών ζημιογόνων επιχειρήσεων που ήδη έχουν διακόψει τη λειτουργία τους, καθώς και άλλων που έχουν αποφύγει τη δημοσίευση ισολογισμού. Ζημιογόνος είναι εξάλλου ο τομέας ακόμη κι αν ληφθούν υπόψη τα ενοποιημένα αποτελέσματα των επιχειρήσεων, από κοινού με τις διάφορες, βιομηχανικές και εμπορικές θυγατρικές τους στο εξωτερικό.
Η πολυεπίπεδη κρίση αποτυπώθηκε, όπως και το 2010, με ενάργεια στα εταιρικά οικονομικά αποτελέσματα των «500». Οι 258 από αυτές, δηλαδή το 51,6%, ήταν ζημιογόνες, με καθαρές ζημιές συνολικού ύψους 1.334,6 εκατ. ευρώ, ενώ οι υπόλοιπες 242 εταιρείες, δηλαδή το 48,4%, ήταν οριακά έστω κερδοφόρες και είχαν καθαρά κέρδη συνολικού ύψους 990,2 εκατ. ευρώ, με συνέπεια να προκύπτει ζημιά ύψους 344,4 εκατ. ευρώ.
Η καταγραφή ζημιών για το σύνολο των μεγαλύτερων βιομηχανιών της χώρας συμπίπτει με συρρίκνωση των πωλήσεων του 40% των επιχειρήσεων, περαιτέρω κάμψη των δεικτών ρευστότητας και επιδείνωση της χρηματοοικονομικής διάρθρωσης. Ο λόγος των ιδίων προς τα συνολικά κεφάλαια των «500» υποχώρησε κατά 1,9 εκατοστιαίες μονάδες, από το 40%, στο 38,1%.
Οι πωλήσεις
Οι συνολικές πωλήσεις τους εμφανίζονται κατά 11% αυξημένες σε τρέχουσες τιμές, χάρη στην άνοδο των πωλήσεων των δύο βιομηχανιών επεξεργασίας πετρελαίου κατά 25% και την παράλληλη σημαντική αύξηση των πωλήσεων ορισμένων βιομηχανιών βασικών μετάλλων, λόγω της ανόδου των διεθνών τιμών. Αν απομονωθούν τα δύο διυλιστήρια πετρελαίου, τα οποία καλύπτουν το 37,7% των συνολικών πωλήσεων των «500», για τις υπόλοιπες προκύπτει αύξηση των πωλήσεων κατά 4% σε τρέχουσες τιμές. Αν απομονωθούν και οι εταιρείες βασικών μετάλλων, προκύπτει σταθεροποίηση των πωλήσεων στα επίπεδα του 2010 σε τρέχουσες τιμές. Οι επιχειρήσεις που κατέγραψαν αύξηση πωλήσεων ανέρχονται σε 300 (60% του συνόλου), καθώς αυτές που παρουσίασαν μείωση πωλήσεων ανήλθαν σε 200 (40% του συνόλου).
Δεδομένου ότι στο σύνολο της ελληνικής βιομηχανίας εκτός του ενεργειακού τομέα, σύμφωνα με τα έως τώρα διαθέσιμα στοιχεία, οι πωλήσεις μειώθηκαν, προκύπτει ότι το 2011 υπήρξε ενίσχυση της συγκεντροποίησης, καθώς οι ισχυρότερες επιχειρήσεις συγκέντρωσαν μεγαλύτερα μερίδια στην εγχώρια αγορά, εκτοπίζοντας μικρότερες επιχειρήσεις.
Οι εξαγωγές
Επίσης, σημειώθηκε ενίσχυση του ειδικού βάρους των πλέον εξωστρεφών/εξαγωγικών επιχειρήσεων, οι οποίες εμφανίζουν αξιοσημείωτη αύξηση των πωλήσεων, χάρη στη διεύρυνση των εξαγωγών τους, ειδικά στους κλάδους στους οποίους το 2011 αυξήθηκαν και οι διεθνείς τιμές των προϊόντων. Στο σύνολο της βιομηχανίας, άλλωστε, το μερίδιο της παραγωγής που διετέθη στο εξωτερικό, κατά το 2011, υπολογίζεται ότι ανήλθε σε 45%, έναντι αντίστοιχου ποσοστού 36,1% το 2010.
Ωστόσο, η διεύρυνση των εξαγωγών βιομηχανικών προϊόντων συνοδεύτηκε, για δεύτερο συνεχόμενο έτος, από πτώση των λειτουργικών περιθωρίων (κέρδους). Παρά τις προσπάθειες περιστολής του κόστους λειτουργίας και τις ενδείξεις βελτίωσης της παραγωγικότητας και του κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος, καθώς οι απασχολούμενοι στον τομέα μειώθηκαν περίπου κατά 13,5% το 2011, για το σύνολο των «500» προκύπτει μείωση:
- Των μικτών αποτελεσμάτων κατά 7%, με πτώση του περιθωρίου μικτού κέρδους κατά 2,8 εκατοστιαίες μονάδες (από το 16,6% στο 13,8%).
- Των αποτελεσμάτων προ φόρων, τόκων και αποσβέσεων (EBITDA) κατά 12%, με πτώση του περιθωρίου κατά 1,4 εκατοστιαία μονάδα (από το 6,8% στο 5,4%).
-Των αποτελεσμάτων προ φόρων και τόκων (EBIT) κατά 26%, με πτώση του περιθωρίου κατά 1,2 εκατοστιαία μονάδα (από το 3,4% στο 2,2%).
Η συμπίεση των λειτουργικών κερδών και των αντίστοιχων περιθωρίων κέρδους συνοδεύτηκε από αυξημένες χρηματοοικονομικές δαπάνες (+37%), αλλά και από μείωση τόσο των προβλέψεων για επισφαλείς απαιτήσεις και απομείωση της αξίας συμμετοχών και χρεογράφων όσο και των λοιπών έκτακτων δαπανών αναδιάρθρωσης. Παράλληλα, διευρύνθηκαν τα έκτακτα, μη επαναλαμβανόμενα έσοδα, λόγω εκποίησης παγίων.
Στο σύνολο των «500» προκύπτει ζημιά προ φόρων 22 εκατ. ευρώ το 2011 έναντι κέρδους προ φόρων 173 εκατ. ευρώ το 2010.
Σημαντικά μειωμένη (322,3 εκατ. ευρώ έναντι 573,2 εκατ. ευρώ) ήταν η φορολογική επιβάρυνση, με συνέπεια να προκύπτει βελτίωση των καθαρών αποτελεσμάτων, παρά την επιδείνωση του αποτελέσματος προ φόρων. Οι καθαρές ζημιές των «500» ανέρχονται σε 344,4 εκατ. ευρώ το 2011 έναντι αντίστοιχων ζημιών 400,4 εκατ. ευρώ το 2010.
Πρέπει να σημειωθεί και πάλι, ωστόσο, ότι στις «500» του 2011 δεν περιλαμβάνονται ορισμένες επιχειρήσεις με μεγάλες ζημιές το 2010, οι οποίες δεν δημοσίευσαν ισολογισμό χρήσης 2011 ή και διέκοψαν τη λειτουργία τους.
Οπως ήταν αναμενόμενο, προκύπτει εξάλλου μείωση του πάγιου ενεργητικού και των ιδίων κεφαλαίων της πλειονότητας των επιχειρήσεων, λόγω των ζημιών και της πτώσης των επενδύσεων.
Μολονότι αρκετές επιχειρήσεις κατόρθωσαν να διατηρήσουν σε ικανοποιητικά επίπεδα την αποδοτικότητά τους, τα ίδια κεφάλαια των «500» μειώθηκαν κατά 5% (-922 εκατ. ευρώ).
Παράλληλα, αυξήθηκαν κατά 3% οι μακροπρόθεσμες και βραχυπρόθεσμες υποχρεώσεις (+778 εκατ. ευρώ), οι οποίες αντιστοιχούν πλέον στο 61,9% του συνόλου των απασχολούμενων κεφαλαίων, από 60% έναν χρόνο νωρίτερα. Επίσης, οι εντός του έτους απαιτητές υποχρεώσεις προς τράπεζες και λοιπούς πιστωτές/συνεργαζόμενες επιχειρήσεις αυξήθηκαν κατά 5%, καθώς οι μακροπρόθεσμες οφειλές μειώθηκαν κατά 1% και περιορίστηκαν στο 31,5% των συνολικών.
Οι προαναφερθείσες εξελίξεις, σε συνδυασμό με την κατά 7,4%, σύμφωνα με την Ελληνική Στατιστική Αρχή, μείωση του όγκου της μεταποιητικής παραγωγής το πρώτο τετράμηνο του 2012, σε σχέση με την αντίστοιχη περίοδο του 2011, δίνουν μία «εικόνα» των προβλημάτων που βιώνει ο ελληνικός βιομηχανικός τομέας.
Πηγή:
kerdos.gr με πληροφορίες από την Έντυπη και ηλεκτρονική έκδοση «Η Ελληνική Βιομηχανία 2011-2012».