Παρά τις δεσμεύσεις που έχουν αναλάβει τα κράτη μέλη όσον αφορά την προαγωγή της εκπαίδευσης χωρίς αποκλεισμούς, τα παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και οι ενήλικοι με αναπηρίες εξακολουθούν να υφίστανται άδικη μεταχείριση, σύμφωνα με έκθεση που δημοσιεύθηκε σήμερα από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή.
Πολλοί τοποθετούνται σε χωριστά ιδρύματα, ενώ εκείνοι που βρίσκονται στο πλαίσιο συμβατικών εκπαιδευτικών θεσμών λαμβάνουν συχνά ανεπαρκή υποστήριξη, αναφέρει η έκθεση. Η έκθεση καλεί τα κράτη μέλη να εργαστούν εντατικότερα, προκειμένου να αναπτυχθούν συστήματα εκπαίδευσης χωρίς αποκλεισμούς και να αρθούν τα εμπόδια που αντιμετωπίζουν οι ευάλωτες ομάδες όσον αφορά τη συμμετοχή και τη συμβολή τους στην εκπαίδευση, την κατάρτιση και την απασχόληση.
«Πρέπει να ενισχύσουμε τις προσπάθειές μας για την παροχή επαρκώς χρηματοδοτούμενων εκπαιδευτικών πολιτικών χωρίς αποκλεισμούς, εφόσον επιθυμούμε να βελτιωθεί η ζωή των παιδιών με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες και των ενηλίκων με αναπηρίες. Είναι καιρός να υλοποιήσουμε τις δεσμεύσεις που έχουν αναληφθεί. Η εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς δεν είναι προαιρετική πολυτέλεια· αποτελεί βασική ανάγκη. Πρέπει να θέσουμε τους πιο ευάλωτους πολίτες στο επίκεντρο των ενεργειών μας για να επιτευχθεί μια καλύτερη ζωή για όλους», δήλωσε η κ. Ανδρούλλα Βασιλείου, επίτροπος αρμόδια για την Εκπαίδευση, τον Πολιτισμό, την Πολυγλωσσία και τη Νεολαία.
Περίπου 45 εκατομμύρια πολίτες της ΕΕ σε ηλικία εργασίας έχουν κάποια αναπηρία και 15 εκατομμύρια παιδιά έχουν ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες. Από την έκθεση προκύπτει ότι, σε ορισμένες περιπτώσεις, τα άτομα αυτά δεν έχουν εκπαιδευτικές και εργασιακές ευκαιρίες. Παιδιά με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες συχνά εγκαταλείπουν το σχολείο με λίγα ή καθόλου προσόντα, πριν από τη μετάβαση σε ειδική κατάρτιση που, σε ορισμένες περιπτώσεις, μπορεί να παρεμποδίσει παρά να αυξήσει τις επαγγελματικές τους προοπτικές. Τα άτομα με αναπηρίες ή με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες είναι πιθανότερο να είναι άνεργοι ή οικονομικά ανενεργοί, ενώ ακόμα και εκείνοι που σημειώνουν σχετική επιτυχία στην αγορά εργασίας συχνά κερδίζουν λιγότερα σε σχέση με τα άτομα χωρίς αναπηρία, αναφέρει η έκθεση.
Σε όλα τα κράτη μέλη, τα άπορα παιδιά (ιδίως τα αγόρια) των Ρομά, οι εθνικές μειονότητες και οι κοινωνικοοικονομικά μη προνομιούχες ομάδες αντιπροσωπεύουν το μεγαλύτερο ποσοστό στα σχολεία μαθητών με ειδικές ανάγκες. Στην έκθεση διατυπώνονται αμφιβολίες κατά πόσον τα ειδικά εκπαιδευτικά συστήματα αυξάνουν την απομόνωση των μαθητών που ζουν ήδη σε συνθήκες κοινωνικού αποκλεισμού, μειώνοντας μάλλον παρά αυξάνοντας τις ευκαιρίες τους στη ζωή. Η έρευνα δείχνει ότι τα παιδιά αυτά μπορούν να εγγραφούν σε κανονικά σχολεία, εάν υπάρχει μεγαλύτερη επένδυση στην ανάπτυξη των γλωσσικών δεξιοτήτων τους και μεγαλύτερη ευαισθησία στις πολιτιστικές διαφορές.
Η έκθεση επισημαίνει επίσης τις μεγάλες διαφορές μεταξύ των κρατών μελών όσον αφορά τον τρόπο με τον οποίο προσδιορίζονται τα παιδιά με ειδικές ανάγκες, καθώς και το εάν τοποθετούνται σε κανονικά ή σε ειδικά σχολεία. Για παράδειγμα, στη Φλάνδρα (Βέλγιο) το 5,2 % των μαθητών με ειδικές ανάγκες φοιτούν σε ξεχωριστά ειδικά σχολεία, ενώ στην Ιταλία το αντίστοιχο ποσοστό είναι μόνον 0,01 %. Η έκθεση επισημαίνει ότι πρέπει να καταβληθούν μεγαλύτερες προσπάθειες για την εναρμόνιση των ορισμών και τη βελτίωση της συλλογής δεδομένων που να επιτρέπουν στις χώρες να συγκρίνουν τις προσεγγίσεις τους πιο αποτελεσματικά και να διδαχθούν από την εμπειρία των άλλων.
Ιστορικό
Η έκθεση «Εκπαίδευση και αναπηρία/ειδικές ανάγκες - πολιτικές και πρακτικές στον τομέα της εκπαίδευσης, κατάρτισης και απασχόλησης για τους φοιτητές με αναπηρίες και με ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες στην ΕΕ» εκπονήθηκε για λογαριασμό της Ευρωπαϊκής Επιτροπής από το ανεξάρτητο «Δίκτυο εμπειρογνωμόνων για τις κοινωνικές επιστήμες της εκπαίδευσης και της κατάρτισης» (NESSE).
Άλλα βασικά πορίσματα της έκθεσης
Ενώ εκπαιδευόμενοι με σοβαρές αναπηρίες μπορεί να είναι δύσκολο να συμπεριληφθούν στα βασικά περιβάλλοντα μάθησης ή μπορεί να εξυπηρετηθούν καλύτερα σε χωριστά πλαίσια, υπάρχουν όλο και περισσότερες ενδείξεις ότι ένας πολύ μεγάλος αριθμός εκπαιδευόμενων με αναπηρίες/ειδικές εκπαιδευτικές ανάγκες μπορεί να ενσωματωθεί στην κανονική εκπαίδευση και ότι η ποιοτική εκπαίδευση χωρίς αποκλεισμούς είναι καλή εκπαίδευση για το σύνολο των εκπαιδευομένων.
Ενώ έχει ζωτική σημασία να στραφούμε σε συστήματα εκπαίδευσης χωρίς αποκλεισμούς, η εκπαίδευση των εκπαιδευτικών και η συνεχής επαγγελματική ανάπτυξη δεν οργανώθηκαν πάντα κατά μήκος αξόνων χωρίς αποκλεισμούς.
Εκτός από τους εκπαιδευτικούς, οι εκπαιδευτικοί υποστήριξης της μάθησης και οι βοηθοί εκπαιδευτικών διαδραματίζουν καθοριστικό ρόλο στην καλή λειτουργία της ένταξης στην πράξη.
Σε ορισμένες ευρωπαϊκές χώρες, τα προγράμματα σπουδών είναι τυποποιημένα και μη ευέλικτα, γεγονός που καθιστά δυσχερή την ένταξη των παιδιών με αναπηρία. Οι πρακτικές για τις σχολικές επιδόσεις υπονομεύουν επίσης τις αρχές της ένταξης.
Τα άτομα με ειδικές ανάγκες είναι λιγότερο πιθανό να μεταβούν στην τριτοβάθμια εκπαίδευση από ό, τι τα άτομα χωρίς ειδικές ανάγκες.
Τα άτομα με ειδικές ανάγκες που λαμβάνουν τίτλο σπουδών τριτοβάθμιας εκπαίδευσης εξακολουθούν να βιώνουν μειονεκτήματα στην αγορά εργασίας, αλλά υπάρχουν πολύ μεγαλύτερες πιθανότητες να απασχολούνται από ό,τι τα άτομα με ειδικές ανάγκες με λιγότερα προσόντα.
Δεν υπάρχουν διευρωπαϊκά συγκριτικά στοιχεία για τον αριθμό των φοιτητών με ειδικές ανάγκες στην τριτοβάθμια εκπαίδευση ή για τις αναπηρίες και τα αποτελέσματα των φοιτητών της τριτοβάθμιας εκπαίδευσης.
Υπάρχει έλλειψη σύγχρονων και αξιόπιστων στοιχείων σχετικά με τον αριθμό των απασχολούμενων ατόμων με αναπηρία στις διάφορες χώρες της ΕΕ.
Οι παροχές αναπηρίας βελτιώνουν τον κίνδυνο φτώχειας και κοινωνικού αποκλεισμού, αλλά αναμένεται να μειωθούν λόγω του τρέχοντος περιορισμού των δημόσιων δαπανών σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Ρυθμίσεις «ευελιξίας με ασφάλεια» είναι χρήσιμες για να μπορούν τα άτομα με αναπηρία να εργάζονται με καθεστώς μερικής απασχόλησης χωρίς την πλήρη απώλεια των παροχών.
Υπάρχει σημαντική σύγκλιση σχετικά με την πολιτική για τα άτομα με αναπηρία και την απασχόλησή τους σε όλη την Ευρώπη, με τις περισσότερες χώρες να λαμβάνουν παρόμοια μέτρα για τη στήριξη της απασχόλησης. Ωστόσο, η υποστήριξη της απασχόλησης και τα προγράμματα επαγγελματικής αποκατάστασης ποικίλλουν όσον αφορά την αποτελεσματικότητά τους στην τοποθέτηση ατόμων με αναπηρία στην αγορά εργασίας, ή τη συμβολή τους στη διατήρηση της απασχόλησης, εφόσον οι εργαζόμενοι αποκτήσουν κάποια αναπηρία κατά τη διάρκεια της εργασίας.
Πηγή:
http://www.epixeiro.gr/%CE%8C%CE%BB%CE%B5%CF%82-%CE%BF%CE%B9-%CE%95%CE%B...