Αποκαλυπτική είναι η ακτινογραφία της ελληνικής επιχειρηματικότητας, όπως την καταγράφει η ΕΛΣΤΑΤ, επιβεβαιώνοντας ότι η «αλλαγή παραγωγικού μοντέλου», με στροφή στην καινοτομία, την τεχνολογία, τη βιώσιμη ανάπτυξη, παραμένει ζητούμενο, αν όχι ευσεβής πόθος.
Τα στοιχεία για τη δημογραφία των επιχειρήσεων του 2023, που μόλις δημοσιεύθηκαν, αποτυπώνουν σε αριθμούς αυτό που βλέπουμε με γυμνό μάτι: Η ανάπτυξη βασίζεται πρωτίστως σε επιχειρηματικές δραστηριότητες χαμηλής παραγωγικότητας και υψηλής έντασης εργασίας, που συνδέονται με τον τουρισμό.
Δεν είναι τυχαίο ότι από τις επιχειρήσεις υψηλής ανάπτυξης, εκείνες δηλαδή που απασχολούσαν πάνω από 10 μισθωτούς το 2020 και είχαν ετήσιο ρυθμό αύξησης του προσωπικού άνω του 10%, η πλειονότητα ανήκει στις Δραστηριότητες Υπηρεσιών Καταλυμάτων και Εστίασης. Το ίδιο ισχύει και για τις λεγόμενες «επιχειρήσεις γαζέλες», νεαρές σε ηλικία αλλά ταχέως αναπτυσσόμενες σε αριθμό απασχολούμενων. Η μία στις δύο «γαζέλες» αφορά την εστίαση και τα καταλύματα, απασχολώντας σχεδόν το 40% των μισθωτών σε αυτή την κατηγορία.
Άλλο ένα 11% από τις «γαζέλες» δραστηριοποιείται στο εμπόριο (χονδρική-λιανική-επισκευές οχημάτων), ενώ μόνο 50 νέες αναπτυσσόμενες επιχειρήσεις (5%) αφορούν διοικητικές και άλλες υποστηριτικές δραστηριότητες.