Τη μακροοικονομική και κοινωνικό-οικονομική επίδραση του προγράμματος αξιοποίησης της περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου εξετάζει σε μελέτη του το ΙΟΒΕ. Ειδικότερα, εξετάζονται οι επιδράσεις του συνολικού προγράμματος εργασιών του Ταμείου Αξιοποίησης Ιδιωτικής Περιουσίας του Δημοσίου (ΤΑΙΠΕΔ) την περίοδο 2011-2019 και τα αποτελέσματα από ορισμένα ολοκληρωμένα μεγάλα έργα. Οι επιδράσεις παρουσιάζονται σε όρους μεταβολής κοινωνικοοικονομικών δεικτών όπως ΑΕΠ, καθαρού δημοσιονομικού αποτελέσματος και απασχόλησης.
H αξιοποίηση της ιδιωτικής περιουσίας του Ελληνικού Δημοσίου έχει αποτελέσει βασικό πυλώνα της προσπάθειας διόρθωσης των δομικών προβλημάτων και των μακροοικονομικών ανισορροπιών που οδήγησαν την Ελλάδα στη βαθιά κοινωνική και οικονομική κρίση της τελευταίας δεκαετίας. Τα έσοδα από τις συμφωνίες για την παραχώρηση της αξιοποίησης υποδομών και την πώληση μετοχών και ακινήτων έχουν δημιουργήσει δημοσιονομικό χώρο, ο οποίος θα έπρεπε αλλιώς να είχε καλυφθεί με περαιτέρω περικοπή δημόσιων δαπανών ή με αύξηση των φορολογικών βαρών.
Επιπλέον, αυτές οι συμφωνίες εμπεριέχουν αναγκαίες βελτιώσεις και παρεμβάσεις στο ρυθμιστικό πλαίσιο, καθώς και δεσμεύσεις για την πραγματοποίηση επενδύσεων, οι οποίες έχουν τονώσει την οικονομική δραστηριότητα και αυξήσει την αποδοτικότητα των συντελεστών παραγωγής σε μια ιδιαίτερα δύσκολη συγκυρία. Θετική επίδραση στην παραγωγικότητα έχει και η αλλαγή στο επιχειρηματικό υπόδειγμα και στις δομές εταιρικής διακυβέρνησης που έχουν προκύψει με την είσοδο στρατηγικών επενδυτών στην αξιοποίηση των πόρων. Τέλος, η πρόοδος με το πρόγραμμα αξιοποίησης της ιδιωτικής περιουσίας δημοσίου έχει αποτελέσει πειστήριο για την προσήλωση της πολιτείας στην προσπάθεια μεταρρύθμισης της ελληνικής οικονομίας για τη διεθνή επενδυτική κοινότητα.