Μια νέα έρευνα, τα αποτελέσματα της οποίας δημοσιεύτηκαν στο επιστημονικό περιοδικό γενικής ψυχιατρικής «General Psychiatry», εξετάζει το κατά πόσο η ρύθμιση της μικροχλωρίδας (μικροβιώματος) του εντέρου μπορεί να μειώσει τα συμπτώματα άγχους.
Ερευνητές του Κέντρου Ψυχικής Υγείας της Ιατρικής Σχολής του Πανεπιστημίου Τζιάο Τονγκ της Σαγκάης υποστηρίζουν ότι οι άνθρωποι που υποφέρουν από άγχος, μπορούν να βοηθηθούν, ρυθμίζοντας τους μικροοργανισμούς του εντέρου τους με προβιοτικές ή μη προβιοτικές παρεμβάσεις, όπως η αλλαγή της διατροφής.
Για την πραγματοποίηση της έρευνάς τους, οι ερευνητές βασίστηκαν στην ανάλυση 21 προηγούμενων μελετών, οι οποίες αφορούσαν συνολικά 1.503 ανθρώπους. Σε 14 από τις μελέτες είχαν χρησιμοποιήσει παρεμβάσεις με προβιοτικά, ενώ στις υπόλοιπες επτά μη προβιοτικές παρεμβάσεις, όπως η αλλαγή διατροφής.
Από την ανάλυση φάνηκε ότι οι 11 από τι 21 μελέτες οδήγησαν σε θετικά συμπεράσματα-λύσεις για την καταπολέμηση του άγχους. Συγκεκριμένα, πάνω από τις μισές έρευνες (52%) επιβεβαίωσαν ότι η προτεινόμενη μέθοδος των ειδικών βοηθά πράγματι στη μείωση των συμπτωμάτων του άγχους. Σημειώνεται ότι, μόνο το 36% των προβιοτικών παρεμβάσεων είχαν θετικά αποτελέσματα στο άγχος, ενώ το αντίστοιχο ποσοστό για τις μη προβιοτικές παρεμβάσεις ήταν 86% (έξι στις επτά).
Για τις περιπτώσεις εκείνες όπου χρησιμοποιήθηκαν, συνδυαστικά, θεραπείες και παρεμβάσεις για τη ρύθμιση της μικροχλωρίδας του εντέρου, τα θετικά αποτελέσματα ήταν εμφανή μόνο στις περιπτώσεις των μη προβιοτικών παρεμβάσεων.
Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των ερευνητών, είναι πιθανό οι μη προβιοτικές παρεμβάσεις, όπως η αλλαγή της διατροφής, να είναι πιο αποτελεσματικές στην καταπολέμηση του άγχους, επειδή έχουν μεγαλύτερη επίπτωση στην ανάπτυξη των βακτηρίων στο έντερο, από ό,τι η εισαγωγή συγκεκριμένων βακτηρίων μέσω των προβιοτικών συμπληρωμάτων.
Τα προβιοτικά είναι ζωντανοί οργανισμοί που υπάρχουν σε ορισμένες τροφές και θεωρούνται «καλά» βακτήρια, γιατί αποτρέπουν τα επικίνδυνα βακτήρια από το να εγκατασταθούν στο έντερο.
Σχεδόν σε καμία από τις έρευνες δεν έγινε αναφορά για σοβαρές παρενέργειες λόγω των παρεμβάσεων και μόνο σε τέσσερις έγινε λόγος για ξηροστομία και διάρροιες.
Πηγή: http://www.ert.gr